Κάθε χρόνο ως συνέλευση, επιλέγουμε μέσα στο Μάρτιο να αρθρώνουμε λόγο, να κάνουμε εκδηλώσεις-συζητήσεις-δράσεις σχετικά με την 8η Μάρτη και τους αγώνες των γυναικών και της queer κοινότητας. Θεωρούμε την 8η Μάρτη, πολύ σημαντική, μια ημερομηνία ορόσημο, που καταμετρά δύο εξεγέρσεις γυναικών διεθνώς (1857 και 1908). Και για εμάς, όσο και αν επιχειρείται να διαστρεβλωθεί και να απονοηματοδοτηθεί από την εξουσία και το σύστημα, αποτελεί μια μέρα μνήμης των αγώνων, αλλά και κίνητρο για τους αγώνες του παρόντος και του μέλλοντος – για τη γυναικεία χειραφέτηση, την ενδυνάμωση και αλληλεγγύη, για τον γυναικείο αυτοκαθορισμό.
Αγώνες που θέλουμε να είναι συλλογικοί, αυτοοργανωμένοι, ριζοσπαστικοί στους χώρους της δουλειάς, τα σχολεία, τις σχολές, το σπίτι, τον δρόμο. Που να αμφισβητούν έμπρακτα την πατριαρχία και όποιον «ρόλο» και «θέση» της γυναίκας πηγάζει από αυτήν, ενάντια σε κάθε είδους τρανσφοβικό, ρατσιστικό, μισογύνικο λόγο. Αγώνες που θεωρούμε ότι είναι πιο επίκαιροι, επιτακτικοί και αναγκαίοι από ποτέ, όταν βλέπουμε τις γυναικοκτονίες, τις σεξουαλικές παρενοχλήσεις, τις κακοποιητικές συμπεριφορές, τους βιασμούς, να αποτελούν σχεδόν καθημερινό γεγονός. Όταν βλέπουμε το κράτος να ψηφίζει δήθεν προοδευτικούς νόμους θέλοντας να «προωθήσει την ισότητα των φύλων» ενώ στην ουσία το μόνο που θέλει είναι να καθορίσει τον τρόπο που θα ζούμε και θα συσχετιζόμαστε και να προωθήσει την νεοφιλελεύθερη ακροδεξιά πολιτική, ενισχύοντας ταυτόχρονα τον σεξισμό, το έμφυλο μίσος, πυκνώνοντας τα σκοτάδια της πατριαρχίας, του ρατσισμού και του φασισμού.
Αγώνες που είναι επιτακτικοί, όταν βλέπουμε το κράτος και την αστική δικαιοσύνη – το ταξικό πρόσημο της οποία είναι πιο έκδηλο από ποτέ- να προστατεύουν ή να ενθαρρύνουν βιαστές, να «ρίχνουν στα μαλακά» παιδοβιαστές, γυναικοκτόνους και κακοποιητές (όπως πήγε να γίνει με τον παιδοβιαστή Μίχο), να συγκαλύπτουν κυκλώματα μαστροπείας. Είναι αναγκαίοι, όταν βλέπουμε το κράτος να δείχνει τα δόντια του σε όσες και όσους ορθώνουν τη φωνή τους και αντιστέκονται -όπως χαρακτηριστικά γινόταν, τόσο με την μητέρα της 12χρονης από τον Κολωνό εδώ και ενάμισι περίπου χρόνο, όσο και με την κατηγορία της 19χρονης επιζώσας trafficking από την Ηλιούπολη, ως σεξεργάτρια χωρίς χαρτιά. Και είμαστε σίγουρες ότι και με την ψήφιση του νέου ποινικού κώδικα, η καταστολή ενάντια στις καταπιεσμένες και ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, θα ενταθεί ακόμα περισσότερο.
Φέτος ως συνέλευση, στο πλαίσιο της 8ης Μάρτη, αποφασίσαμε να κάνουμε ένα καφενείο με τη δημιουργία φεμινιστικού στένσιλ (link). Το εργαστήρι είχε προγραμματισθεί για τις 14 Μάρτη, ωστόσο μεταφέρθηκε στις 28 Μάρτη – καθώς θεωρήσαμε πολύ σημαντική την ύπαρξη, συμμετοχή και στήριξή μας στην πορεία που καλέστηκε για την 12χρονη επιζώσα από τον Κολωνό, μετά την ανακοίνωση της πρότασης της εισαγγελέως για καταδίκη της μητέρας και ουσιαστικά αθώωσης του παιδοβιαστή Μίχου.
Η δεύτερη εκδήλωση που επιλέξαμε, είναι η παρουσίαση του βιβλίου “Συνεντεύξεις με Ριζοσπάστριες Παλαιστίνιες Γυναίκες” από τις εκδόσεις Καμιονέτα.
1. Γιατί όμως αυτό το βιβλίο
Επιλέξαμε το συγκεκριμένο βιβλίο, ως ελάχιστη ένδειξη αλληλεγγύης και ορατότητας στους αγώνες των Παλαιστίνιων γυναικών που αγωνίζονται, για την ίδια τη ζωή, τη γη, την ελευθερία τους, όχι μόνο αυτήν την ζοφερή περίοδο – που συντελείται η μεγαλύτερη ίσως γενοκτονία – αλλά και ανά τα χρόνια, που αγωνίζονται καθημερινά ενάντια τόσο στην ισραηλινή κατοχή, αλλά – όπως αναφέρεται και στον πρόλογο των εκδόσεων Καμιονέτα, αλλά και στην εισαγωγή από την κολεκτίβα Shoal – και ενάντια στις “θρησκευτικές, παραδοσιακές, έμφυλες, κεφαλαιοκρατικές και κρατικές εξουσίες”. Αγώνες που επισκιάζονται από τον εθνικο-απελευθερωτικό αγώνα ενάντια στην κατοχή και “μερικές φορές, αυτό μπορεί να αποτελέσει τροχοπέδη στο να τις βλέπουμε ως συντρόφισσες στους κοινούς αγώνες για έναν καλύτερο κόσμο, κόντρα στον απολυταρχισμό, τη λευκή υπεροχή, την πατριαρχία, τον καπιταλισμό και τον κρατικό έλεγχο, ως συντρόφισσες στον παγκόσμιο αγώνας μας για ελευθερία“. Όπως άλλωστε γίνεται και με πολλούς άλλους αγώνες, όπως για παράδειγμα των Κουρδισσών και των Ζαπατίστας.
2. Λίγα λόγια για το βιβλίο (που φαίνονται τυπικά αλλά έχουν νόημα και ουσία να αναφερθούν)
Το βιβλίο αυτό αποτελείται από συνεντεύξεις 10 Παλαιστίνιων γυναικών, που έχουν ενεργή πολιτική δράση ή δραστηριοποίηση στην Παλαιστίνη και το Ηνωμένο Βασίλειο. Οι συνεντεύξεις έγιναν από το 2018 έως το 2021 από την κολλεκτίβα Shoal και το βιβλίο εκδόθηκε 1η φορά τον Σεπτέμβριο του 2021 στο Ηνωμένο Βασίλειο, από τις εκδόσεις ActiveDistribution. Στην Ελλάδα εκδόθηκε τον Σεπτέμβριο του 2023 από τις εκδόσεις Καμιονέτα.
Το βιβλίο αποτελείται από τους προλόγους και τις εισαγωγές των εκδόσεων, τις συνεντεύξεις των γυναικών και ένα γλωσσάρι, για όσες και όσους δεν είναι εξοικειωμένες/οι με τα ιστορικά γεγονότα, τις τοποθεσίες, την ορολογία και τις παλαιστινιακές οργανώσεις. Όπως αναφέρει η κολεκτίβα Shoal, τα «εμπόδια» που αντιμετώπισαν ήταν η γλώσσα, καθώς οι συνεντεύξεις έγιναν στα Αγγλικά – γλώσσα που δεν αποτελεί τη μητρική των γυναικών. Επίσης «εμπόδιο» ήταν, ότι οι ερωτήσεις διαμορφώθηκαν από τις εμπειρίες της κολλεκτίβας Shoal, ως Ευρωπαίοι ριζοσπάστες (όπως λένε), γνωρίζοντας ότι όροι που χρησιμοποίησαν στις ερωτήσεις, όπως πχ ο φεμινισμός και ο αναρχισμός, πιθανά δεν θα ήταν οι αντίστοιχοι, για να περιγράψουν οι ίδιες οι Παλαιστίνιες συντρόφισσες την πολιτική ταυτότητά τους.
Στην ελληνική έκδοση, οι εκδόσεις Καμιονέτα επέλεξαν ως γραμματικό γένος, κατά κύριο λόγο, το θηλυκό ακόμα και αν οι αναφορές δεν αφορούν μόνο γυναίκες, για λόγους συμφωνίας με το πρωτότυπο τίτλο του βιβλίου και ενάντια των κυρίαρχων στο λόγο αρσενικών, όσο και αν φαντάζει ανοίκειο στο αναγνωστικό κοινό.
Τα έσοδα από το βιβλίο, μετά την κάλυψη των εκτυπωτικών εξόδων, θα αποδοθούν σε οργανώσεις βάσης που οι ίδιες οι συνεντευξιαζόμενες υπέδειξαν.
Οι γυναίκες που δίνουν τις συνεντεύξεις είναι η Lina, η Sireen, η Faiza, η Amal, η Rana, η Ghada, που ζουν στην Δυτική Όχθη, η Shahd που είναι από τη Γάζα αλλά ζει στο Ηνωμένο Βασίλειο, η Lama που ζει στη Χάιφα (Ισραήλ), η Mona που ζει στη Γάζα και η Izdihar που ζει στο Ηνωμένο Βασίλειο. Τα ονόματά τους μπορεί να μην είναι τα αληθινά, καθότι χρησιμοποιούν ψευδώνυμα, τα βιώματά τους όμως είναι. Επίσης, κάποιες από αυτές τις γυναίκες έχουν βασανιστεί ή φυλακιστεί.
3. Περίληψη
Διαβάζοντας το βιβλίο και τις συνεντεύξεις καταλήξαμε σε κάποιους κοινούς τόπους που προκύπτουν -κατά τη γνώμη μας – βάσει τη δική μας πολιτικής ταυτότητας και ιδεολογίας. Ωστόσο στόχος μας δεν είναι να εκπροσωπήσουμε τις γυναίκες που έδωσαν τις συνεντεύξεις, ούτε να μιλήσουμε αντ’ αυτών. Και για αυτό επιλέξαμε να παρουσιάσουμε το βιβλίο, όσο γίνεται, μέσα από τα λόγια των ίδιων των γυναικών, πάνω σε συγκεκριμένες θεματικές. Είναι σημαντικό επίσης να διευκρινίσουμε, ότι πιθανά τα βιώματα και οι απόψεις που εκφράζονται στο βιβλίο, δεν αντηχούν προφανώς στις απόψεις όλων των Παλαιστίνιων γυναικών.
α. Πολιτική καταγωγή και θέση – Φεμινισμός
Καταλαβαίνουμε ότι και οι δέκα γυναίκες, από πολύ μικρή ηλικία είχαν πολιτικοποιηθεί ή είχαν έρθει σε επαφή με τα κινήματα αντίστασης στην Παλαιστίνη. Είτε λόγω των γεγονότων που συνέβαιναν είτε και λόγω της ενεργής πολιτικής συμμετοχής της οικογένειάς τους ή της αριστερής καταγωγής τους. Χαρακτηρίζουν τις εαυτές τους ως ακτιβίστριες, αριστερές ή αναρχικές, ως φεμινίστριες. Επίσης, η πολιτική τους θέση, ο τρόπος δράσης και αντίστασης που επιλέγουν, διαμορφώνεται και διαφοροποιείται ανάλογα και με τον τόπο που έχουν γεννηθεί, μεγαλώσει αλλά και ζουν.
Σε σχέση με τον φεμινισμό πιο συγκεκριμένα, αναφέρουν ότι είναι μέρος του αγώνα και της αντίστασης και συχνά δεν το βλέπουν ως κάτι ξέχωρο. Μάλιστα η ερώτηση περί φεμινισμού ή ενασχόλησης με την πολιτική και τον ακτιβισμό, τις ξενίζει λίγο. Χαρακτηριστικά η Shahd μας λέει: “Ο όρος ακτιβισμός για μένα είναι ένας αστείος όρος, επειδή εμείς οι Παλαιστίνιες γεννιόμαστε σε μια σύνθετη και πολύπλοκη κατάσταση και αυτό που αποκαλεί ο κόσμος ως ακτιβισμό είναι σχεδόν για εμάς τρόπος ζωής”. Επίσης, όπως λέει, σχετικά με τον φεμινισμό, «αρνιόμουνα τη λέξη καθώς τη συσχέτιζα με δυτικά πράγματα». Αργότερα αντιλήφθηκε πως «το πρόβλημα βρισκόταν στους τρόπους που οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις είχανε σφετεριστεί τη φεμινιστική σκέψη, για να λουστράρουν τις προκαταλήψεις και τα εγκλήματά τους». Ή όπως λέει η Ghada «εδώ έχουμε φεμινίστριες που δε ξέρουν καν ότι είναι φεμινίστριες, οι γυναίκες ήταν πάντα μέρος της παλαιστινιακής αντίστασης. Πολλές είναι αγωνίστριες της ελευθερίας. Ο όρος φεμινισμός μπορεί να είναι προβληματικός αν προσπαθήσεις να εφαρμόσεις την δυτική προσέγγιση στις καταστάσεις μας».
Σε σχέση με τον φεμινισμό, η Λάμα που ζει στη Χάιφα, πόλη του Ισραήλ, αναφέρει: «Υπάρχουν διαφορετικές εμπειρίες όντας φεμινίστρια εδώ, σε διαφορετικά πλαίσια. Είναι διαφορετικό να είσαι Παλαιστίνια γυναίκα εντός ενός ισραηλινού θεσμού ή για πχ γυναίκα που ζει σε ένα παλαιστινιακό χωριό, ή Παλαιστίνια γυναίκα σε μια ισραηλινή πόλη. Αυτοί οι παράγοντες τροποποιούν τις εμπειρίες σου κατά πολύ. Έπειτα υπάρχει επίσης και το ζήτημα του να είσαι γυναίκα εντός της ιδιωτικής σφαίρας της οικογένειας». Για την ίδια, η πιο προβληματική σφαίρα είναι η ιδιωτική που νιώθει ότι πρέπει να κάνει συμβιβασμούς σχετικά με τις αξίες και τον τρόπο ζωής, για να μην προσβάλει κανέναν».
Η Αμάλ, που ζει στη Ραμάλα-Δυτική Όχθη, λέει: «Δε μας αρέσει να μας αντιμετωπίζουν ως αδύναμες Παλαιστίνιες γυναίκες που δεν έχουμε δικαιώματα και καταπιεζόμαστε από τους άνδρες μας. Δε μας αρέσει να μας λυπούνται…Αλλά είναι σημαντικό να γνωρίζετε ότι το να ζεις εδώ στην Παλαιστίνη, είναι καθημερινός αγώνας, Ακόμα και το να είσαι εδώ και να ζεις την κανονική σου ζωή, είναι είδος αντίστασης».
β. Έμφυλη καταπίεση
Η αντίσταση στην κατοχή του Ισραήλ είναι κοινό σημείο και για τις 10 γυναίκες. Μας περιγράφουν όμως αρκετά γλαφυρά, την καταπίεση που δέχονται λόγω του φύλου τους, των σεξουαλικών προτιμήσεων που βασίζεται συχνά στην θρησκεία και την παράδοση, καταπίεση που για κάποιες οξύνεται και δεν αμβλύνεται.
Ενδεικτικά η Λίνα μας λέει ότι το 2000 κατά τη διάρκεια της 2ης Ιντιφάντα, “υπήρχε περισσότερος χώρος για τις γυναίκες απ’ ότι τώρα. Η κοινωνία έκτοτε έχει γίνει πάρα πολύ συντηρητική. Μέσα σε τόσο αιματοκύλισμα και θάνατο, η θρησκεία είναι το μοναδικό πράγμα από το οποίο μπορούν να κρατηθούν οι άνθρωποι“. Συνεχίζοντας, αναφέρει ότι: “Οι γυναίκες που συμμετείχαν στην εξέγερση του 2011, χαρακτηρίζονταν ως “πόρνες στα σοκάκια πέριξ του προεδρικού μεγάρου”. Θεωρεί βέβαια ότι “σε σύγκριση με τις υπόλοιπες αραβικές χώρες, οι γυναίκες στην Παλαιστίνη βρίσκονται σε καλύτερη μοίρα, καθώς είναι ενταγμένες στον αγώνα ενάντια στην ισραηλινή κατοχή και γι’ αυτό τους έχουν παραχωρήσει περισσότερη ελευθερία”. Ωστόσο, ως γυναίκα θα πρέπει να κάνεις οτιδήποτε κάνει και ένας άντρας και ακόμα περισσότερα, για να γίνεις αποδεκτή. Την ίδια συνήθιζαν να την αποκαλούν “η αδερφή των ανδρών” ή έλεγαν πως ήταν “τόσο δυνατή όσο ένας άντρας”.
Η Ράνα, όταν συμμετείχε στην εκστρατεία «Αρνούμαστε να πεθάνουμε σιωπηρά», οι άνδρες της εκστρατείας είχαν την τάση να νομίζουν ότι είναι πιο δυνατοί, “παρόλο που έκανα την ίδια δουλειά με αυτούς και προσπαθούσαν να με κρατήσουν πίσω όταν έποικοι και στρατιώτες τους πλησιάζαν”. Η ίδια επίσης μας αναφέρει ότι για μια γυναίκα στην Δυτική Όχθη, δεν είναι εύκολο να εμπλακεί με την πολιτική οργάνωση γιατί η κοινωνία είναι συντηρητική.
Η Faiza περιγράφει το πώς οι ισραηλινοί στρατιώτες προσπαθούν να τις κάνουν να αισθανθούν άσχημα, το πώς στην ουσία τις ξεφτιλίζουν λόγω του φύλου τους και τις αναγκάζουν να περιορίζουν τις μετακινήσεις τους, για να μην έρθουν σε δύσκολη θέση στα σημεία ελέγχου και χρειαστεί να γδυθούνε, ή να δείξουν τα εσώρουχα που έχουν αγοράσει πριν από λίγο, ή να αδειάσουν την τσάντα τους και να φανούν οι σερβιέτες – καταστάσεις που τις φέρνουν σε δύσκολη θέση και τις κάνουν να ντρέπονται, λόγω κουλτούρας.
Η Λάμα και η Αμάλ μας αναφέρουν την πίεση που νιώθουν από την οικογένεια, ούσες γυναίκες.
Η Λάμα στη Χαιφά αναφέρει «μπορεί να ντύνομαι όπως θέλω, καθώς δεν με γνωρίζουν, στην Ναζαρετ, που ζει η οικογένειά μου είναι διαφορετικά. Θα επρεπε να σκέφτομαι 2 φορές για το τι θα φορέσω, πως θα μιλήσω, που θα πάω».
Η Αμάλ μας λέει ότι “υπάρχει πίεση από την οικογένεια σε σχέση με το γάμο και τα παιδιά αλλά και πίεση από το φιλικό περιβάλλον, κοινωνική. Προφανώς για τις γυναίκες είναι εντονότερη και ξεκινάει νωρίτερα από ότι στους άνδρες”.
Επίσης η Αμάλ, αναφέρει ότι οι περισσότεροι ομοφυλόφιλοι άνθρωποι που γνωρίζει ζουν διπλή ζωή, καθώς κρύβουν τη σεξουαλική τους ταυτότητα. Κάποιοι-ες μάλιστα αποφασίζουν να παντρευτούν άλλα άτομα που δεν αγαπούν, απλώς για να ευχαριστήσουν τους γονείς τους. Είναι ταμπού να μιλάς για το ότι είσαι κουήρ όπως επίσης είναι μεγάλο ταμπού τα τρανς άτομα στη Δυτική Όχθη. Αναφέρει βέβαια ότι αλλάζει λίγο η κατάσταση σιγά-σιγά στην Παλαιστίνη, αλλά υπάρχουν πολλά παραδείγματα ομοφυλόφιλων ατόμων που φυλακίζονται από την Παλαιστινιακή Αρχή γι’ αυτό το λόγο. Επίσης, μιλάει για το pinkwashing, το αφήγημα δηλαδή του ισραηλινού κράτους ως ένα προοδευτικό και φιλικά προσκείμενο στην κουήρ κοινότητα, κάτι το οποίο δεν ισχύει.
Η Ghada αναφέρει: «Υπάρχει μια κουλτούρα εδώ που ακόμα και αν δεν έχεις ιδέα για το τι θέλεις να σπουδάσεις, πηγαίνεις πανεπιστήμιο, αποφοιτάς, παίρνεις μεταπτυχιακό, παντρεύεσαι, κάνεις παιδιά με έναν άντρα με τον οποίο δεν είχες ζήσει ποτέ μαζί πριν. Τις περισσότερες φορές σου λένε τι να κάνεις. Οι γονείς, οι δάσκαλοι, τα αφεντικά. Είναι πραγματικά δύσκολο να βγεις από αυτήν την φυλακή. Νομίζω ότι αυτό συμβαίνει σε όλο τον κόσμο».
γ. Κρατική – Οικονομική καταπίεση
Η Lina, η Sireen και η Lama περιγράφουν επίσης την κρατική καταστολή και καταπίεση που δέχονται οι Παλαιστίνιες/οι από την Παλαιστινιακή Αρχή και την Χαμάς. Καθώς και το ρόλο και τη θέση τους σχετικά με τις απεργίες και τις διαδηλώσεις, την ισραηλινή κατοχή και τη συνεργασία των Παλαιστιακών αρχών με τις ισραηλινές δυνάμεις ασφαλείας.
Η Lina αναφέρει: «Στις διαδηλώσεις του 2011, τόσο η Χαμάς στη Γάζα όσο και η Φατάχ εδώ στη Δυτική Όχθη, έκαναν οτιδήποτε περνούσε από το χέρι τους για να διαλύσουν το κίνημά μας. Εδώ στη Ραμάλα, η Παλαιστινιακή Αρχή συνέθλιψε τις διαδηλώσεις. Μας στοχοποίησαν και κινήθηκαν εναντίον της καθεμίας ξεχωριστά, απομονώνοντάς μας από τις συντρόφισσές μας. Υπήρχε μια συνεργασία μεταξύ των παλαιστίνιων και ισραηλινών δυνάμεων ασφαλείας για να συλλάβουν ακτιβιστές.
Το ίδιο συνέβη και στην Γάζα, με τη βοήθεια της Χαμάς. Η Χαμάς γνωρίζει ποιος είσαι, γνωρίζουν την οικογένεια σου. Πρώτα βασανίζεσαι στις παλαιστινιακές φυλακές και μετά η εξαναγκασμένη σου κατάθεση χρησιμοποιείται από τους Ισραηλινούς».
Την εμπειρία της περιγράφει και η Sireen, η οποία έχει φυλακιστεί από το Ισραήλ αλλά και από την Παλαιστινιακή Αρχή. Η Παλαιστινιακή Αρχή την μεταχειρίστηκε ψυχολογικά χειρότερα από τους Ισραηλινούς, της μιλούσαν σαν να ήταν εχθρός που δε σέβεται την συμφωνία με το Ισραήλ. Περιγράφει επίσης τις επιθέσεις και τις συλλήψεις της Παλαιστινιακής Αρχής στα στρατόπεδα προσφύγων στη Δυτική Όχθη.
Η Ghada δε μιλάει ανοικτά για την Παλαιστινιακή Αρχή, ωστόσο μιλώντας μέσα στη συνέντευξή της για τη δημοφιλία των οικολογικών ιδεών στην Παλαιστίνη, αναφέρει ότι δε γνωρίζει αν αυτό οφείλεται μόνο στο ότι είναι μια τάση παγκοσμίως. Δε ξέρει αν είναι απλώς η χίπστερ μόδα ή επειδή οι άνθρωποι έχουν πραγματικά βαρεθεί τις ΜΚΟ, την Παλαιστινιακή Αρχή και τον κατακτητή και θέλουν έναν εναλλακτικό τρόπο ζωής.
Μιλούν επίσης για τον βρώμικο ρόλο των ΜΚΟ, για το πώς οι χρηματοδότες δεν ενδιαφέρονται για την κατοχή – αντιμετωπίζοντας τις Παλαιστίνιες ως «ιθαγενείς» που δε γνωρίζουν από δημοκρατία και ισότητα- και έρχονται να κάνουν workshops για αυτά τα θέματα. Η χρηματοδότηση των έργων έρχεται μόνο εφόσον υπογράψεις ότι δεν είσαι τρομοκράτισσα ή δε συνεργάζεσαι με τρομοκράτες. Εννοείται ότι ως τρομοκράτισσες εννοούνται και όσοι/ες μπορεί απλά να πετάνε πέτρες ή διαδηλώνουν. Μας ενημερώνουν ότι τα λεφτά των ΜΚΟ πάνε κατά κύριο λόγο στην Παλαιστινιακή Αρχή η οποία τα διοχετεύει στην εκπαίδευση των Δυνάμεων Ασφαλείας. Η Ghada, αναφέρει επίσης ότι οι ΜΚΟ έχουν εξαπλωθεί στην Παλαιστίνη και έχουν φέρει τη δική τους γλώσσα (ανάπτυξη, στρατηγική), προσπαθώντας να απομακρύνουν τις Παλαιστίνιες απο τη δική τους γλώσσα και λεξιλόγιο.
Σχετικά με τον καπιταλισμό, μέσα στο βιβλίο αποτυπώνονται 2 διαφορετικές απόψεις. Ενδεικτικά, από τη μία η Λάμα πιστεύει ο καπιταλισμός έχει διαβρώσει και υπερισχύσει στην Παλαιστίνη και ότι η Παλαιστινιακή Αρχή είναι συνεργός στην παραγωγή και διαιώνιση των καπιταλιστικών σχέσεων και ανισοτήτων. Ωστόσο υπάρχει και η άποψη της Shahd ότι ο καπιταλισμός έχει αποτύχει ακόμη τουλάχιστον στο να κάνει τους ανθρώπους στην Παλαιστίνη να επικεντρωθούν στις εαυτές τους, καθώς η συλλογική εμπειρία και η αίσθηση της κοινότητας και της κοινοτικής ζωής είναι πολύ έντονες και ισχυρές.
Τέλος, η Λάμα στη συνέντευξή της αποδομεί τον ισχυρισμό ότι το Ισραήλ είναι ένα κράτος πρόνοιας, μιλάει για τον καθημερινό αγώνα για την επιβίωση αν μένεις στο Ισραήλ καθώς και για την έλλειψη σωματείων στο Ισραήλ.
δ. Αλληλεγγύη – δικτύωση – σύνδεση με τον υπόλοιπο κόσμο / κινήματα
Όλες οι γυναίκες τονίζουν τη σημασία της διάδοσης των αγώνων τους σε όλο τον κόσμο και τη σημασία της δικτύωσης και της σύνδεσης με κόσμο και κινήματα εκτός Παλαιστίνης. Έτσι ώστε να κρατιέται ζωντανή η φλόγα των αντιστάσεών τους και να μην ξεχνιούνται οι επιθέσεις του κράτους του Ισραήλ και των εποίκων. Επιλέγουν να γράφουν σε blog, να τροφοδοτούν συνεχώς τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με πείσμα και με επιμονή, καθώς το ισραηλινό κράτος προσπαθεί με κάθε τρόπο και μέσο να σβήσει άρθρα και δημοσιεύσεις. Επιλέγουν να παίρνουν μια κάμερα και να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή των επιθέσεων ώστε να υπάρχουν τα αποδεικτικά στοιχεία και ιστορικά ντοκουμέντα, τόσο για τους ίδιους τους ανθρώπους της Παλαιστίνης που βρίσκονται διαρκώς με την απειλή της κράτησης και της φυλάκισης, όσο και για τον “έξω” κόσμο, για εμάς, ώστε να αμφισβητείται έμπρακτα το αφήγημα του Ισραήλ.
Όπως αναφέρει η Izdihar σε σχέση με τον “διαδικτυακό ακτιβισμό”, αυτό χρησιμεύει ως “αποκαλυπτικός μεγεθυντικός φακός που πρόβαλλε όλες τις προσπάθειες εθνοκάθαρσης”. Και συνεχίζει λέγοντας ότι “δεν υπάρχουν μνημεία για τις αμέτρητες Παλαιστίνιες που έχασαν τη ζωή τους…αυτό που μένει είναι η λογοτεχνία, αυτά είναι τα μνημεία μας και πρέπει να τα προστατεύσουμε σθεναρά”.
Προσπαθούν όποτε και όσο μπορούν, να ταξιδεύουν εκτός Παλαιστίνης (το οποίο πολλές φορές είναι πιο εύκολο από το να πάνε πχ από τη Γάζα στη Δυτική Όχθη), να διαδίδουν τις εμπειρίες τους και την καθημερινότητα τους σε κινήματα αλληλεγγύης. Αλλά ταυτόχρονα με αυτό τον τρόπο μεταφέρουν πίσω και τις εμπειρίες τους από τον υπόλοιπο κόσμο και τα κινήματα αλληλεγγύης, κάτι που είναι πολύ σημαντικό για τις ίδιες τις Παλαιστίνιες, καθώς παίρνουν θάρρος να συνεχίσουν να αγωνίζονται γνωρίζοντας ότι υπάρχει υποστήριξη στους αγώνες τους και ότι δεν έχουν ξεχαστεί.
ε. Αντίσταση και συμμετοχή στα κινήματα – προτάγματα
Κοινό στοιχείο και των 10 γυναικών είναι η έμφαση, η σημασία και η συμμετοχή τους στον εθνικοαπελευθερωτικό και αντι-αποικιοκρατικό αγώνα, ο οποίος όμως, όπως αναφέρεται επικριτικά σε αρκετές συνεντεύξεις, έχει αρχίσει να έχει εθνικιστικά χαρακτηριστικά και να εστιάζει μόνο στον αντισιωνισμό. Σε όλες σχεδόν τις συνεντεύξεις αναφέρεται η ανάγκη για την διεύρυνση του αγώνα ενάντια στην κατοχή και τη σύνδεσή του και με άλλους αγώνες και κινήματα. Η καθεμία τους μας περιγράφει τον τρόπο που έχουν επιλέξει να αγωνίζονται και μας μιλούν για την αλληλεγγύη, την αλληλοϋποστήριξη και τις διάφορες μορφές αγώνα. Όπως αναφέρει η Shahd, «την παρηγοριά και τη δύναμη τη βρίσκουμε στην αλληλεγγύη, στην καλλιέργεια της ελπίδας. Η ελπίδα αναζωογονείται από αυτές τις συλλογικές δράσεις, από το να είσαι συγκρουσιακά ενάντια σε αυτήν την κανονικοποιημένη απο-ανθρωποποίηση». Συνεχίζει αναφέροντας με τα λόγια της πως «η γραμμή μεταξύ πολιτικού και πολιτιστικού, προσωπικού και συλλογικού είναι πολύ θολή σε ό,τι αφορά την Παλαιστίνη» και συμπληρώνονται και από την άποψη της Izdihar που λέει ότι «αν είσαι Παλαιστίνια-ος, τότε, τελικά, η προσωπικότητά σου είναι καταδικασμένη να είναι πολιτική», τα οποία έρχονται να μας (υπεν)θυμίσουν το παλιό σύνθημα «Το προσωπικό είναι πολιτικό».
Έτσι, τις βλέπουμε να συμμετέχουν ενεργά σε διάφορες δράσεις κατά την 2η Ιντιφάντα, να υποστηρίζουν το κίνημα BDS, να συμμετέχουν σε λαϊκές διαδηλώσεις και πρωτοβουλίες ενάντια στους Ισραηλινούς εποικισμούς, όπως στην «Αλληλεγγύη για την Κοιλάδα του Ιορδάνη», να ασχολούνται με το θέατρο του Καταπιεσμένου, να ονειρεύονται την δημιουργία κοινωνικών χώρων για γυναίκες, να συμμετέχουν σε γυναικείες οργανώσεις και οργανώσεις για την σεξουαλική και έμφυλη ποικιλομορφία στην παλαιστινιακή κοινωνία, να οργανώνονται γύρω από ομάδες αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη όταν ζουν στο εξωτερικό, να προσπαθούν να αντιστέκονται μέσα από την έρευνα, την τέχνη και τη λογοτεχνία, να προσπαθούν με μια κάμερα στα χέρια τους να βιντεοσκοπούν κάθε θηριωδία των ισραηλινών δυνάμεων. Να δημιουργούν ραδιοφωνικούς σταθμούς για να σταθούν δίπλα στους/στις κρατούμενους/ες στις ισραηλινές και παλαιστινιακές φυλακές και τις οικογένειές τους, να παλεύουν για την αυτονομία και αυτάρκεια σε υγιεινό φαγητό και νερό δημιουργώντας φάρμες περμακουλτούρας, να παλεύουν μέσα από τη συμμετοχή της σε σωματεία και όχι μόνο, για την ελεύθερη και δωρεάν πρόσβαση στην υγεία, για τη δημιουργία νέων νοσοκομείων και ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις.
Αντιλαμβανόμαστε μέσα από τις διάφορες αναφορές και απόψεις των γυναικών ότι πιθανά η συμμετοχή τους δεν εξαντλείται μόνο στα παραπάνω κινήματα και συλλογικότητες.
Αν και σε όλες τις συνεντεύξεις είναι έντονα τα προτάγματά τους για έναν αγώνα ενάντια στην κατοχή, εξίσου έντονα είναι και σε αρκετές συνεντεύξεις τα προτάγματα για έναν αγώνα παγκόσμιο, ενάντια σε καπιταλισμό και πατριαρχία.
Κλείνοντας αυτήν την παρουσίαση, επιλέγουμε να κρατήσουμε τα λόγια της Lina που μας δίνουν θάρρος και μας παροτρύνουν να μη σταματήσουμε να παλεύουμε για την ουτοπία, για έναν άλλον κόσμο που είναι εφικτός και που πολλές φορές το ξεχνάμε.
«Στην Παλαιστίνη, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο, θα ήθελα να δω μέρη όπου θα μας επιτρεπόταν να ζήσουμε τη ζωή μας. Θέλω ένα εντελώς διαφορετικό κόσμο. Θέλω απελευθέρωση. Έναν κόσμο, όπου ο σεβασμός θα έχει επιστρέψει στην ανθρωπότητα σε όλες τις μορφές και τις αποχρώσεις του. Όπου οι άνθρωπο θα επιτρέπεται να είναι ο εαυτός τους, χωρίς να ζουν με φόβο.
Δε με νοιάζει πως θα ονομαστεί αυτό το μέρος. Δε με νοιάζουν οι σημαίες. Ελευθερία χωρίς εθνικότητα και ταυτότητα. Όχι κομμουνιστικού ή ισλαμικού τύπου. Θέλω ένα μέρος όπου κάθε θρησκεία θα είναι σεβαστή. Τα ζώα θα πρέπει επίσης να είναι ελεύθερα. Θέλω μια ουτοπία και δε θα αποδεχθώ τίποτα λιγότερο.
Αν πεθάνουμε πολεμώντας για έναν τέτοιο κόσμο, τότε, τουλάχιστον θα έχουμε πεθάνει έχοντας δώσει μια καλή μάχη. Τη στιγμή, που θα σταματήσουμε να πιστεύουμε ότι μπορούμε να φτάσουμε στην ουτοπία, δε θα μας έχει μείνει τίποτα για να παλέψουμε. Γιατί να συνεχίσεις να ανασαίνεις, αν πιστεύεις ότι τίποτα δε μπορεί να αλλάξει;»