Καμία μόνη, κανένα μόνο. Ενάντια σε κάθε μορφή έμφυλης βίας.
Ανάμεσα στις τόσες και τόσες καταπιέσεις που το ίδιο το σύστημα όχι μόνο γεννά αλλά και αναπτύσσεται πάνω τους, ο νους μας ταξιδεύει…
Κι έτσι, «γινόμαστε» Αλβανοί στην Ελλάδα, μαύρες στη Νότια Αφρική, λεσβίες στη Ρωσία, τρανς άτομα στο Αφγανιστάν, αναρχικές στην Ισπανία, Κούρδοι στην Τουρκία, μουσουλμάνες στις ΗΠΑ.
Γυναίκες μόνες να περπατούν τα ξημερώματα, σε οποιοδήποτε μήκος και πλάτος του πλανήτη…
Στις 8 Μάρτη του 1857, οι εργάτριες της υφαντουργίας και του ιματισμού στην Νέα Υόρκη προχώρησαν σε απεργιακές κινητοποιήσεις με βασικά τους αιτήματα: ανθρώπινες συνθήκες εργασίας, κατάργηση των 16 ωρών εργασίας και εξίσωση των μισθών ανδρών και γυναικών. Οι κινητοποιήσεις των γυναικών δεν έμειναν αναπάντητες από τις εξουσιαστικές δυνάμεις. Κατεστάλησαν από τα αφεντικά, τους μπράβους τους και την αστυνομία και βάφτηκαν με αίμα. 51 χρόνια αργότερα, στις 8 Μαρτίου 1908, η Νέα Υόρκη γέμισε από 15.000 γυναίκες οι οποίες απαιτούσαν λιγότερες ώρες εργασίας, καλύτερο μισθό, καλύτερες συνθήκες εργασίες, καθώς επίσης και την απαγόρευση της παιδικής εργασίας.
Η 8η Μάρτη, μια μέρα που καταμετρά δύο εξεγέρσεις γυναικών, καθιερώθηκε ως Διεθνής Ημέρα της Γυναίκας και αποτελεί μια μέρα μνήμης των αγώνων, αλλά και κίνητρο για τους αγώνες του παρόντος και του μέλλοντος για τη γυναικεία χειραφέτηση. Ανά τα χρόνια, η ημέρα αυτή αφομοιώθηκε από το σύστημα και χρησιμοποιήθηκε υποκριτικά ως επετειακή γιορτή. Η καθεστωτική καθιέρωση μια τέτοιας μέρας, επιχειρεί την απονοηματοδότηση κάθε μαχητικής διεκδίκησης, κάθε ιστορικής παρακαταθήκης και ιστορικής μνήμης που μπορεί να εμπνεύσει και να προωθήσει τον αγώνα για την γυναικεία ενδυνάμωση και αλληλεγγύη, για τον γυναικείο αυτοκαθορισμό. Έναν αγώνα που γίνεται όλο και πιο επίκαιρος, επιτακτικός και αναγκαίος. Δεν είναι η πρώτη μα ούτε και η τελευταία φορά που το κράτος στέκεται εχθρικά απέναντι στις αντιστάσεις και στους αγώνες μας. Με τα εργαλεία και τα μέσα που διαθέτει, επιχειρεί να στρεβλώσει το ουσιαστικό νόημα των γυναικείων αγώνων δημιουργώντας γιορτές-άλλοθι. Ό,τι δε μπαίνει στα καλούπια του θεσμικού φεμινισμού, αντιμετωπίζεται με βία και καταστολή.
Στο σήμερα και παράλληλα με την συνέχιση των πολιτικών αφομοίωσης, βλέπουμε το κράτος και την αστική δικαιοσύνη, να προστατεύουν ή να ενθαρρύνουν βιαστές (ανάλογα σε ποια κοινωνική θέση ανήκουν), να «ρίχνουν στα μαλακά» παιδοβιαστές, γυναικοκτόνους και κακοποιητές, να συγκαλύπτουν κυκλώματα μαστροπείας (βλ. υποθέσεις trafficking Κολωνού και Ηλιούπολης). Κάτι που δε μας κάνει εντύπωση, μιας και τα σκουπίδια αυτά έχουν σχέση με την εξουσία και τους μηχανισμούς της. Συνέχεια →